Η αγορά αμερικανικών εταιρικών ομολόγων τείνει να είναι κερδοφόρα όταν η αγορά είναι αδύναμη, σύμφωνα με σημείωμα έρευνας της JPMorgan Chase & Co.
Οι επενδυτές που αγόρασαν εταιρικά ομόλογα υψηλής ποιότητας των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια περιόδων διεύρυνσης των περιθωρίων παρουσίασαν κέρδη κατά τους επόμενους τρεις μήνες κατά 70% των περιπτώσεων, έγραψαν την Πέμπτη οι αναλυτές στρατηγικής με επικεφαλής τον Έρικ Μπάινσταϊν και τον Ναθάνιελ Ρόζενμπαουμ.
«Ιστορικά, φαίνεται σχετικά σαφές ότι οι περισσότερες μειώσεις HG θα πρέπει να ληφθούν βραχυπρόθεσμα», έγραψαν οι στρατηγοί.
Τα spreads των αμερικανικών εταιρικών ομολόγων υψηλής ποιότητας διευρύνθηκαν τον Αύγουστο, αλλά έκτοτε έχουν ανακάμψει μερικώς. Μετά από κατά μέσο όρο περίπου 92 μονάδες βάσης ή 0,92 ποσοστιαίες μονάδες, τους πρώτους επτά μήνες του έτους, τα spread διευρύνθηκαν στις 111 μονάδες βάσης στις 5 Αυγούστου. Έκτοτε έχουν υποχωρήσει ξανά στις 100 μονάδες βάσης από την Τετάρτη, σύμφωνα με τα στοιχεία του δείκτη Bloomberg.
Οι υπεύθυνοι στρατηγικής εξέτασαν το sell-off στον δείκτη JPMorgan US Liquid Index ή JULI, έναν εταιρικό δείκτη επενδυτικής βαθμίδας. Ανέλυσαν περιόδους κατά τις οποίες τα spread έφτασαν στο υψηλότερο σημείο τους σε τρεις μήνες, και αυτό παρέμεινε το υψηλότερο σημείο τους τον επόμενο μήνα. Εξέτασαν περιόδους κατά τις οποίες η διαφορά κορυφής ήταν περίπου 15 μονάδες βάσης μεγαλύτερη από τη στενότερη διαφορά τους προηγούμενους τρεις μήνες για να εξασφαλίσουν ότι οι κινήσεις ήταν τουλάχιστον μέτριες πωλήσεις.
Σύμφωνα με αυτόν τον ορισμό, έχουν πραγματοποιηθεί 37 εκπτώσεις από το 2000. Αγοράζοντας στο ευρύτερο σημείο όταν το μοντέλο λειτούργησε, το επόμενο κατώτατο σημείο ήταν κατά μέσο όρο περίπου 46 μονάδες βάσης χαμηλότερα τους επόμενους τρεις μήνες, έγραψαν οι αναλυτές στρατηγικής.
Υπήρχαν όμως περιπτώσεις που δεν λειτούργησε. Έντεκα φορές, ένα ακόμη μεγαλύτερο selloff σημειώθηκε τρεις μήνες αργότερα και η αγορά επεκτάθηκε κατά τουλάχιστον πέντε μονάδες βάσης. Τα spread διευρύνθηκαν στις 173 μονάδες βάσης τον Μάιο του 2022, μόνο για να μειωθούν και στη συνέχεια να ξεπουληθούν ξανά δύο μήνες αργότερα, φτάνοντας τις 180 μονάδες βάσης, καθώς η αγορά έκανε λάθος τις προσδοκίες για αύξηση των επιτοκίων της Federal Reserve.
Η ανάλυση είναι χρήσιμη κυρίως για την απόκτηση εικόνας της ιστορίας και όχι ως στρατηγική συναλλαγών, επειδή κατά τη διάρκεια ενός selloff, οι επενδυτές δεν γνωρίζουν πότε η αγορά έχει κορυφωθεί, λένε οι αναλυτές στρατηγικής.